Σάββατο 12 Απριλίου 2014

Οι ισχυρές θεραπευτικές ιδιότητες της πιπεριάς



Όταν ο Κολόμβος δοκίμασε για πρώτη φορά μια καυτερή πιπεριά, πίστεψε πως είχε ανακαλύψει ένα ακόμα φυτό από το οποίο έβγαινε το μαύρο πιπέρι. Παρά το κάψιμο που προκαλούν οι καυτερές πιπεριές, δεν έχουν κάποια σχέση με το φυτό από το οποίο βγαίνει το πιπέρι, το όνομα όμως πιπεριά παρέμεινε.

Οι πιπεριές χαρακτηρίζονται ως προστατευτική τροφή, επειδή περιέχουν πολλά στοιχεία που ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού. Περιέχουν βιταμίνη Α (β-καροτένιο), που δημιουργεί πιο ανθεκτικούς ιστούς και χρησιμοποιείται ιδιαίτερα κατά του κοινού κρυολογήματος και των καταρροϊκών λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού, των ιγμορείων, της ουροδόχου κύστης, του δέρματος και του πεπτικού σωλήνα. Η βιταμίνη Α συμβάλλει στην ανάπτυξη και στην ευεξία. Οι βιταμίνες της ομάδας Β, που επίσης υπάρχουν στην πιπεριά, εμπλέκονται στο μεταβολισμό και εξισορροπούν τη λειτουργία του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος. Τέλος, οι πιπεριές είναι πολύ πλούσιες σε βιταμίνη C. Η βιταμίνη C της πιπεριάς είναι συγκρίσιμη μ’ εκείνη του πορτοκαλιού και του γκρέιπφρουτ. Όταν οι πιπεριές βράζονται σε νερό χάνουν μεγάλο μέρος της βιταμίνης C, ενώ το μαγείρεμα σε ατμό ή σε σιγανή φωτιά διατηρεί αρκετή από τη βιταμίνη αυτή. Η πιπεριά περιέχει μεγάλο ποσοστό πυριτίου, ένα στοιχείο που είναι απαραίτητο για το σχηματισμό των μαλλιών, του δέρματος, των νυχιών και των δοντιών.
Από το 1850 η πιπεριά είχε προταθεί ως αποτελεσματικό μέσο για τον πονόδοντο. Στη Νότια Αμερική οι πιπεριές καταναλώνονταν ως εντερικά παρασιτοκτόνα, στις Ηνωμένες Πολιτείες ως παραδοσιακό γιατρικό για τη θεραπεία της γεροντικής άνοιας, στην Ιαπωνία για την αύξηση της γονιμότητας και στην Αγγλία για την εμφάνιση της εμμηνορρυσίας. Σε όλο τον κόσμο οι πιπεριές θεωρούνται ως αφροδισιακή τροφή.

Οι πιπεριές και ιδιαίτερα οι καυτερές περιέχουν μια ουσία, την καψαϊκίνη. Πρόσφατα, ερευνητές ανακάλυψαν ότι η καψαϊκίνη διεγείρει ορισμένα νευρικά κύτταρα για την έκκριση ουσιών που δεσμεύουν τους υποδοχείς των νευροδιαβιβαστών που μεταφέρουν τα σήματα του πόνου. Η καψαϊκίνη αναστέλλει παροδικά την ικανότητα των νευροδιαβιβαστών να μεταφέρουν σήματα πόνου.

Διαβάστε περισσότερα στο Life2Day