Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2016

Αυτοί είναι οι πιο «τοξικοί» γονείς που δηλητηριάζουν τις ζωές των παιδιών τους

http://www.444.gr/eidiseis/311445

Ο διάσημος Αμερικάνος ψυχαναλυτής Gerald Schoenewolf, σε κείμενο που δημοσιεύτηκε στο blog psychcentral.com, γράφει για μια περίπτωση γονιών, που δηλητηριάζουν ανεπανόρθωτα τις ζωές των παιδιών τους. «Οι πιο τοξικοί γονείς, είναι οι γονείς που δεν μοιάζουν καθόλου τοξικοί», γράφει και καταθέτει ένα περιστατικό από την εμπειρία του που (τουλάχιστον) προβληματίζει.

«Οι πιο τοξικοί γονείς είναι οι γονείς που δεν μοιάζουν καθόλου τοξικοί. Στον έξω κόσμο φαίνονται οι πιο φυσιολογικοί γονείς. Τα παιδιά τέτοιων γονιών δεν ξέρουν καν ότι δηλητηριάζονται –ούτε και κανείς άλλος, μέχρι να είναι πολύ αργά.

Κάποιοι γονείς ασκούν εμφανώς βiα –σeξουαλική ή σωματική. Σ’ αυτήν την περίπτωση, είναι επίσης προφανές ότι είναι γονείς τοξικοί και τα παιδιά μπορούν εύκολα να αντιληφθούν αυτού του είδους την κακοποίηση και να καταλάβουν πόσο έχουν πληγωθεί απ’ αυτήν. Μπορούν, επομένως, να προβλέψουν και να μάθουν να διαχειρίζονται μορφές αυτής της κακοποίησης, για να ελαχιστοποιήσουν τη ζημιά της.

Τους πιο τοξικούς απ’ όλους τους γονείς, τους ενδιαφέρουν οι εντυπώσεις. Είναι εξέχοντες πολίτες. Είναι μέλη επιτροπών. Κάνουν φιλανθρωπίες. Είναι διάκονοι στην εκκλησία. Πείθουν τον εαυτό τους, τα παιδιά τους και όλους τους υπόλοιπους ότι έχουν τις καλύτερες προθέσεις. Και το πιστεύουν πραγματικά. Η τοξικότητά τους γίνεται θανάσιμη επειδή είναι κρυμμένη. Κανείς δεν θα μπορούσε ποτέ να σκεφτεί ότι τέτοιοι άνθρωποι έχουν έστω και μία κακή σκέψη, γιατί οι ίδιοι δεν θα σκέφτονταν ποτέ έτσι.

Σε μία υπόθεση που με έκανε γνωστό, μια διαταραγμένη μητέρα συμπεριφορόταν στη μεγαλύτερη κόρη της σαν να ήταν διαταραγμένη. Η μητέρα προέβαλε τη δική της διαταραχή σε εκείνη και μόνο την κόρη της. Ήταν σε πλήρη άρνηση της δικής της κατάστασης. Ήταν η κόρη της που είχε την διαταραχή κι αυτός ήταν ο ρόλος της απ’ την αρχή. Όσο η κόρη της μεγάλωνε (ας την λέμε Μέγκαν), οι μικρότεροι αδερφοί και αδερφές της είχαν προειδοποιηθεί ότι η Μέγκαν είχε προβλήματα και της συμπεριφέρονταν όπως ακριβώς και η μαμά τους.

Σε ένα φυσιολογικό, υγιές γονεϊκό περιβάλλον, το “εγώ” ενός παιδιού υποστηρίζεται, ενθαρρύνεται να είναι ο εαυτός του και πρέπει να νιώθει ότι έχει καλή κρίση, υγιή ένστικτα και είναι άνθρωπος εμπιστεύσιμος και λογικός. Σ’ αυτού του είδους τη διεστραμμένη ανατροφή, στην οποία αναφέρομαι, το παιδί μεγαλώνει για να νιώθει μη φυσιολογικό, να έχει παράλογη κρίση, ανθυγιεινά ένστικτα και θεωρείται ανάξιο εμπιστοσύνης και καθόλου λογικό.



Η μητέρα της Μέγκαν τον ρόλο της μαμάς που μαρτυρούσε. Πήγαινε από γιατρό σε γιατρό και ήταν απίστευτα ανήσυχη για την κόρη της. Αυτό, έκανε απλώς την κόρη της περισσότερο διαταραγμένη, επειδή βαθιά μέσα της, η Μέγκαν ήξερε ότι η μητέρα της ήταν υποκρίτρια. Η Μέγκαν προσπαθούσε ξανά και ξανά να αναπαραστήσει τα χαρακτηριστικά που η μαμά της έδειχνε να εκτιμά στα αδέρφια της, όμως εκείνη δεν το πρόσeξε ποτέ. Σε κάποιες διαταραχές, ο γονέας έχει την ανάγκη να δαιμονοποιεί ένα συγκεκριμένο παιδί του και τίποτα δεν μπορεί να αποτρέψει τον γονιό απ’ αυτόν τον σκοπό. Η ανάγκη είναι ασυνείδητη και συχνά δημιουργείται από την αντίστοιχο τρόπο ανατροφής του ίδιου του γονέα. Είναι ένα συγκεκριμένο είδος ναρκισσισμού που αποκαλώ Σύνδρομο Δαιμονοποίησης Γονέα.

Για τη μαμά της, η Μέγκαν ήταν αδυσώπητα, ανεξήγητα διεστραμμένη. Τελικά, η Μέγκαν σταμάτησε να προσπαθεί να είναι καλή και άρχισε να γίνεται ο δαίμονας που η μητέρα της ήθελε να γίνει. Τελικά, ξεκίνησε να μισεί τη μητέρα της. “Θέλω να την σκοτώσω”, είπε στους γιατρούς. Η μητέρα της απάντησε κλαίγοντας: “Πραγματικά, δεν ξέρω γιατί “βγήκε” έτσι. Ο άντρας μου κι εγώ έχουμε δοκιμάσει τα πάντα για να τη βοηθήσουμε”.

Η Μέγκαν άρχισε να παρεκτρέπεται στο σπίτι και το σχολείο και μέχρι να μπει στην πρώιμη εφηβεία της, νοσηλευόταν σε ψυχιατρική κλινική. Η μητέρα της έκλαιγε ανεξέλεγκτα όταν υπέγραφε τα χαρτιά που θα την έκλειναν στο νοσοκομείο. Ο πατέρας της ήταν στωικός. Τα αδέρφια της δεν εξεπλάγησαν. Η Μέγκαν ένιωθε ανακουφισμένη. Στο νοσοκομείο θα υπήρχαν υπήρχαν άλλοι ασθενείς που θα την άκουγαν και προσπαθούσαν να καταλάβουν την ίδια και το πώς βρέθηκε εκεί. Κάποιοι από το προσωπικό την άκουγαν επίσης, έβλεπαν ότι η οικογένεια λειτουργούσε τοξικά για την Μέγκαν και συνέστησαν να την κρατήσουν στην κλινική, όπου ανθούσε. Η Μέγκαν ήξερε πάντα ότι δεν ήταν τόσο διαταραγμένη όσο η μαμά της την έκανε να δείχνει.

Το νοσοκομείο ήταν όμως πλήρες κι έτσι στάλθηκε πίσω στην οικογένειά της κι αρρώστησε ακόμα πιο βαριά.



Τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν πολλές και κανείς δεν τις γνωρίζει. Ένας διαταραγμένος γονέας –μπορεί να είναι η μητέρα ή ο πατέρας ή ο κηδεμόνας- θα προβάλλει τη διαταραχή του σε ένα συγκεκριμένο παιδί. Συχνά, είναι ένα παιδί όμορφο και έξυπνο, κάποιο που απειλεί το ευαίσθητο, διαταραγμένο “εγώ” του γονέα. Ο γονιός ίσως είχε πάθει ακριβώς το ίδιο στην παιδική του ηλικία –αυτά τα πράγματα περνούν από γενιά σε γενιά.

Η συναισθηματική κακοποίηση αυτού του παιδιού είναι δύσκολο ακόμα και να εντοπιστεί. Όταν ένας γονιός πηγαίνει ένα μικρό παιδί στον παιδίατρο, ποιον θα ακούσει ο γιατρός; Τον γονιό ή το παιδί; Ο γονιός κλαίει και τρέμει και λέει ότι έκανε ό,τι ήταν δυνατό. “Τι άλλο μπορώ να κάνω; Σας παρακαλώ, πείτε μου, γιατρέ”. O γιατρός θα ακούσει τον γονέα. Το παιδί είναι πολύ μπερδεμένο, πολύ σαστισμένο για να μιλήσει με συνοχή γι’ αυτό που συμβαίνει. Ακόμη κι αν το παιδί πει κάτι όπως “Με έχει τρελάνει. Συμπεριφέρεται καλά στους άλλους άλλα εμένα με τρελαίνει.”, ο γιατρός θα πει κάτι σαν “Έλα, ηρέμησε. Είμαι σίγουρος ότι η μαμά (ή ο μπαμπάς) σου θέλει το καλό σου”. Κανείς δεν θα ακούσει τι έχει να πει αυτό το παιδί.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, η διαταραχή του γονιού μένει κρυμμένη, προβεβλημένη στο παιδί. Κάποτε, το παιδί βλέπει την “απάτη” και μπερδεύεται, θυμώνει και τελικά εξοργίζεται. Ο γονιός εκφράζει τη βαθιά του συμπόνοια για το παιδί και τα αδέρφια εκφράζουν τη βαθιά τους συμπόνοια για εκείνο και τον γονιό. Δεν υπάρχει κανείς στον οποίο μπορεί να στραφεί το παιδί.

Τέτοια παιδιά, σπαταλούν μια ζωή να νιώθουν ότι έχουν άδικα χάσει τον ρόλο απ’ τον σκηνοθέτη. Παίρνουν τον διαταραγμένο ρόλο που τους έχουν δώσει οι γονείς τους και αρχίζουν να συμπεριφέρονται όλο και πιο πολύ έτσι. Οι τοξικές ουσίες είναι βαθιά μέσα τους και τα αφήνουν αβοήθητα. Και ο κόσμος λυπάται τους “καημένους του γονείς” που έχουν ένα τέτοιο παιδί.»